Δευτέρα 30 Αυγούστου 2010

Αγιασθήτω το Όνομά σου

Ο Ιησούς Χριστός, με την πρώτη αυτή παράκληση της Κυριακής Προσευχής επικυρώνει τη δεύτερη εντολή του Δεκαλόγου: «Μη προφέρεις μάταια το Όνομα του Θεού». Ο σεβασμός και η σωστή χρήση και στάση και απέναντι στο Όνομα και στο μυστήριο του Θεού, είναι το πρώτο μέλημα και καθήκον κάθε γνήσιου οπαδού του Χριστού.
Όμως σχετικά με το Όνομα του Θεού υπάρχει μια ασάφεια που πρέπει να διευκρινίσουμε. Το πρόβλημα ξεκίνησε από την ανάγκη του Μωυσή να επικαλεστεί το Όνομα του Θεού προκειμένου να απαιτήσει από τον Φαραώ την απελευθέρωση του λαού του Ισραήλ από τη σκλαβιά της Αιγύπτου.
Απευθυνόμενος στον Θεό, ο Μωυσής τον ρωτά ποιο είναι το όνομά Του. Η πρώτη απάντηση δεν αναφέρεται στο Όνομα, αλλά στο ποιος είναι ο Θεός και ποια η σχέση Του με τους προπάτορες του Μωυσή: «Εγώ είμαι ο Θεός του Πατέρα σου, Θεός Αβραάμ και Θεός Ισαάκ και Θεός Ιακώβ» (Εξ. 3,6). Είμαι δηλαδή ο Θεός που συνήψε σχέσεις με το λαό του Ισραήλ και τους ανθρώπους, μέσω συγκεκριμένων εκπροσώπων τους: του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ, στους οποίους υποσχέθηκε την ευλογία του και πολυπληθέστατους απογόνους σαν την άμμο της θάλασσας.
Στην επιμονή του Μωυσή για το Όνομα του Θεού, Ο Θεός απαντά: «Εγώ είμαι αυτός που είμαι – Αυτός που όντως υπάρχει («Εγώ ειμί ο Ων» (Εξ.3,14). Είναι μια απάντηση που δίνει ένα όνομα αλλά ταυτόχρονα δεν είναι όνομα. Και υπάρχει ερμηνεία γι΄αυτό: Αν έδινε στο Μωυσή ο Θεός ένα όνομα συγκεκριμένο, θα πρόσθετε ένα επιπλέον όνομα ανάμεσα στο τόσα άλλα των πολλών θεοτήτων της εποχής εκείνης. Ο μόνος, αληθινός και πραγματικός Θεός δεν θα διέφερε από όλους τους άλλους. Δεν θα υπήρχε καμιά καινοτομία, καμία αυθεντία του Θεού των Προπατόρων και του Μωυσή. Ενώ η απάντηση που δίνει ο μοναδικός Θεός είναι το μυστήριο της φλεγόμενης βάτου που δεν φλέγεται και η διαβεβαίωσή Του ότι είναι ο Θεός που πραγματικά, που όντως υπάρχει.
Τώρα αρχίζει να γίνεται κατανοητή η παράκληση «αγιασθήτω το Όνομά σου». Ο Θεός με αυτά τα χαρακτηριστικά, δηλαδή την αιώνια ύπαρξη και τη σχέση που έχει και θέλει να έχει με τους ανθρώπους απαιτεί από μέρους μας βαθύ σεβασμό και σωστή χρήση του Ονόματός Του. Αυτό βέβαια περιλαμβάνει και αυτό που κοινώς ονομάζουμε «τα ιερά και τα όσια» και αφορούν την Παναγία, τους Αγίους και κάθε τι που αντιπροσωπεύει στις ανθρώπινες αισθήσεις μας τον αόρατο Θεό.
Ο Θεός μας αποκαλύπτει ποιος είναι. Εμπιστεύεται το μυστήριο που περιβάλλει το Πρόσωπό του, στη δική μας ελεύθερη μεταχείριση. Αυτό ενέχει τον κίνδυνο (αφού ο Θεός μας έπλασε ελεύθερους) να κάνουμε κακή χρήση αυτής της εμπιστοσύνης και να βεβηλώσουμε και να μιάνουμε το Όνομά Του. Και επειδή έχουμε μια μυστηριώδη ροπή απιστίας προς τον Θεό, του ζητούμε να φροντίσει ο Ίδιος ώστε να αγιάζεται το Όνομά Του με την συμπεριφορά και τη στάση μας απέναντί Του. Το δε Άγιο Πνεύμα που δώρισε ο Θεός μέσα Μας, είναι βέβαιο ότι θα μας βοηθήσει να τιμούμε, να σεβόμαστε και να αγαπούμε το Όνομα και το μυστήριο του Θεού Πατέρα όπως μας τον αποκάλυψε ο Ιησούς Χριστός.(Για την παραπάνω ερμηνεία Βλ. Πάπας Βενέδικτος 16ος σελ.148-150, του βιβλίου του «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ»).

Πέτρος Ανδριώτης

Πέμπτη 26 Αυγούστου 2010

Πάτερ ημών ο εν τοις Ουρανοίς

Ο Πάπας Βενέδικτος 16ος, στις σελίδες από 141 έως 147 του βιβλίου του «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ», κάνει μια βαθιά ανάλυση της φράσης «Πάτερ ημών ο εν τοις Ουρανοίς», με την οποία αρχίζει η Κυριακή Προσευχή.
Στο κείμενο που ακολουθεί, παραθέτω μια όσο γίνεται πιο σύντομη παρουσίαση της ανάλυσης αυτής.
Στη λέξη «Πατέρα» εμπεριέχεται όλη η ιστορία της θείας οικονομίας. Συμπυκνώνεται σε αυτήν όλο το έργο του Ιησού Χριστού, η μεγάλη Αποκάλυψή Του: ότι δηλαδή ο άγνωστος και σιωπηλός Θεός είναι η πηγή όλων των αγαθών και το κριτήριο του τέλειου ανθρώπου. Στην επί του όρους ομιλία ο Ιησούς λέει τα εξής: «Αλλά εγώ σας λέω: Αγαπάτε τους εχθρούς σας και προσεύχεστε για εκείνους που σας καταδιώκουν, ώστε να γίνετε παιδιά του Πατέρα σας που βρίσκεται στους ουρανούς, διότι ανατέλλει τον ήλιο του πάνω από κακούς και καλούς και βρέχει πάνω σε δίκαιους και άδικους» (Μτ. 5,44-45).
Και η αγάπη αυτή φθάνει «μέχρις εσχάτων, ως το τέλος» (Ιω. 13,1), αφού στο σχέδιο της σωτηρίας μας προβλέπεται και πραγματοποιείται ο σταυρικός θάνατος του Υιού Του.
Όλη η Καινή Διαθήκη είναι γεμάτη αποκαλύψεις για τη φύση και την καλοσύνη του Θεού Πατέρα. Ο Ματθαίος στο 5,44 λέει: «Εάν, λοιπόν, εσείς, που είσθε κακοί, ξέρετε να δίνετε καλά πράγματα στα παιδιά σας, πόσο μάλλον ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς θα δώσει καλά πράγματα σ'αυτούς που του ζητούν». Αλλά εξόχως σημαντική είναι η επεξήγηση που δίνει ο Ευαγγελιστής Λουκάς στη φράση: «θα δώσει καλά πράγματα σ΄αυτούς που του ζητούν». Ο Λουκάς διαφοροποιείται από τον Ματθαίο λέγοντας: «Εάν, λοιπόν, εσείς, που είσθε κακοί, ξέρετε να δίνετε καλά πράγματα στα παιδιά σας, πόσο μάλλον ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς θα δώσει το Άγιο Πνεύμα σ'αυτούς που του ζητούν!".(Λκ.11,13). Με την προσευχή κατανοούμε σιγά σιγά ποιο είναι το απολύτως απαραίτητο που έχουμε ανάγκη: Ο Θεός και το Πνεύμα Του.
Καθώς διαπιστώσαμε στην περικοπή του Ματθαίου, ο Κύριος μας διδάσκει ότι η αγάπη προς τους εχθρούς μας, είναι η οδός που μας οδηγεί στο να γίνουμε ξανά παιδιά του Θεού. Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να κατανοήσουμε την ουσία της Πατρότητας του Θεού, αλλά και την άμεση σχέση του Πατέρα με τον κατ΄ουσίαν Υιό Του, τον Ιησού Χριστό. Συνειδητοποιούμε ακόμα ότι στον καθρέφτη της μορφής του Ιησού, μπορούμε να κατανοήσουμε ποιος και πώς είναι ο Θεός. «Αυτός που έχει δει εμένα, έχει δει τον Πατέρα» είπε ο Ιησούς (Ιω. 14,9). Διαπιστώνουμε τέλος ότι η Κυριακή Προσευχή δεν αποτελεί προβολή του ανθρώπινου ειδώλου στον Ουρανό, αλλά μας δείχνει πώς από την προοπτική του Ουρανού, του Ιησού, οφείλουμε και μπορούμε να γίνουμε αυθεντικοί άνθρωποι. (βλ. Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, σελ. 143).
Αλλά ο Θεός είναι Πατέρας μας και για δυο άλλους λόγους:
Πρώτον, διότι αφού είναι ο δημιουργός των πάντων και κυρίως του ανθρώπου, είμαστε το προσφιλές πλάσμα του, το παιδί του. Τούτο πιστοποιείται και στο βιβλίο της Γένεσης όπου ο Θεός διαπίστωσε ότι όλα όσα δημιούργησε ήταν παρά πολύ καλά (Γεν. 1,31)
Δεύτερον, διότι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο «κατ΄εικόνα και ομοίωσή του» (Γεν. 1,26). Η κατεξοχήν εικόνα του Θεού είναι Ο Ιησούς Χριστός (βλ. Β! Κορ. 4,4 και Κολ. 1,15). Άρα η ανθρώπινη φύση και η Υιότητά Του, είναι το πρότυπο του τέλειου ανθρώπου. Στοχεύουμε λοιπόν στην απόκτηση αυτής της τελειότητας που σίγουρα δεν θα επιτευχθεί ποτέ στο βαθμό του Χριστού, αφού είμαστε άνθρωποι και όχι Θεάνθρωποι. Ωστόσο τείνουμε δυναμικά προς τον σκοπό αυτό με το πνεύμα προσευχής που ήδη περιγράψαμε στο Κεφάλαιο για την «αδιάλειπτη προσευχή» και κυρίως με την βοήθεια του Αγίου Πνεύματος, του σημαντικότερου Αγαθού που δώρισε μέσα μας ο Θεός.
Το μήνυμα λοιπόν το σημερινό είναι: «ότι δεν είμαστε ολοκληρωμένα παιδιά του Θεού αλλά οφείλουμε να γίνουμε και να είμαστε, μέσω της κοινωνίας με τον Ιησού, η οποία πρέπει να γίνεται ολοένα πιο βαθιά» (…) «Η δε λέξη Πατέρας, μας προσκαλεί να ζούμε με τη συνείδηση της υιότητας και της μαθητείας του Ιησού» (Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, σελ. 144).


Τώρα δυο λόγια για το «ημών». Ο μοναδικός που μπορεί να πει: «ο Πατέρας μου», είναι ο μονογενής Υιός και ομοούσιος με τον Πατέρα, δηλαδή ο Ιησούς Χριστός.
Εμείς που καλούμαστε να βρισκόμαστε σε κοινωνία με τον Χριστό και τα αδέρφιά μας, τους συνανθρώπους, μπορούμε να πούμε μόνο «Πατέρα μας».
Έτσι με το «ημών», εισερχόμαστε στην κοινωνία των άλλων παιδιών του Θεού. Ξεφεύγουμε από το εγώ μας, διαγράφουμε αυτό που μας χωρίζει από τους άλλους και με τα αυτιά και την καρδιά μας ανοιγόμαστε σε αυτούς. Με τη λέξη «ημών», λέμε «Ναι» στην ζώσα Εκκλησία στην οποία ο Χριστός ήθελε να συνάξει την καινούργια Του οικογένεια. Έτσι, η Κυριακή Προσευχή είναι κάτι το αυστηρά προσωπικό και ταυτόχρονα η απόλυτη προσευχή της Εκκλησίας. Η προσευχή αυτή μας συγκροτεί σε μια οικογένεια πέρα από κάθε σύνορο. (βλ. στο ίδιο σελ. 147).
Από το «ημών» κατανοούμε και την επόμενη προσθήκη: «ο εν τοις Ουρανοίς». Ο Θεός Πατέρας δεν βρίσκεται σε κάποιο απομακρυσμένο γαλαξία. Αλλά με τις λέξεις αυτές δηλώνουμε ότι όλοι προερχόμαστε από έναν και μοναδικό Πατέρα που αποτελεί το μέτρο της πατρότητας και την αρχή-προέλευσή της. Τα δήλωσε ρητά ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός: «Ένας είναι ο Πατέρας σας, ο ουράνιος (Μτ. 23,9). Αυτός μας είχε αιώνια στο νου και στη θέλησή Του. Αυτός μας δωρίζει το αληθινό, αιώνιο πατρικό σπίτι.
«Ουρανός σημαίνει συνεπώς εκείνο το διαφορετικό ύψος, μεγαλείο του Θεού, από το οποίο όλοι προερχόμαστε και στο οποίο όλοι καταλήγουμε» (στο ίδιο, σελ. 147).

Πέτρος Ανδριώτης

Δευτέρα 23 Αυγούστου 2010

Η αδιάλειπτη προσευχή: εισαγωγή στην «Κυριακή Προσευχή»

Και στη μελέτη της Κυριακής Προσευχής δηλ. του «Πάτερ Ημών», θα εκθέσω συνοπτικά και με απλά λόγια τα κυριότερα και βαθιά νοήματα που περιέχονται στο βιβλίο του Πάπα Βενέδικτου 16ου στο βιβλίο του «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ». Επιμένω στη μέθοδο αυτή για δυο λόγους:
1ον) Το εν λόγω βιβλίο είναι ογκώδες και δυσκολονόητο για πολλούς απλούς ανθρώπους.
2ον) Είναι κρίμα, μια τόσο βαθυστόχαστη και ψυχωφελή μελέτη, να μην προσφερθεί στον κόσμο, έστω και συνοπτικά, σε μια πιο κατανοητή και ευκολοδιάβαστη μορφή.

Μετά από αυτό τον πρόλογο, σήμερα προτείνω να κάνουμε μια εισαγωγή στην Κυριακή Προσευχή, όπως εξάλλου κάνει και ο Πάπας. Η εισαγωγή αυτή που την συμπυκνώνω στον τίτλο η «αδιάλειπτη προσευχή» είναι τόσο σημαντική που συνιστά την απαραίτητη προϋπόθεση για την κατανόηση και βίωση της «Κυριακής Προσευχής».
Μόνο στην προοπτική του να βρισκόμαστε σε σχέση με τον Θεό μπορούμε να κατανοήσουμε τι σημαίνει το να είσαι άνθρωπος. Σε αυτό εντάσσεται το να συνομιλείς με τον Θεό και να Τον ακούς. Γι΄αυτό και ο Κύριος, μας δίδαξε πώς να προσευχόμαστε ορίζοντας ακόμα και τι λόγια να του λέμε με την «Κυριακή Προσευχή».
Η προσευχή γενικά δεν είναι θέατρο εμπρός σε ανθρώπους. Όπως κάθε σχέση αγάπης απαιτεί διακριτικότητα. Παρόλα αυτά «η Κυριακή Προσευχή» είναι μια προσευχή του εμείς και μόνο σε κοινωνία με το εμείς των παιδιών του Θεού μπορούμε να υπερβούμε τα όρια του κόσμου τούτου και να φθάσουμε στον Θεό» (Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, σελ. 136).
Βέβαια στην προσευχή πρέπει να συνυπάρχουν το προσωπικό και το συλλογικό στοιχείο. Όπως η συζυγική σχέση του άνδρα και της γυναίκας είναι αυστηρά προσωπική και χρειάζεται τον προστατευτικό χώρο της διακριτικότητας και όπως η ίδια αυτή σχέση στο γάμο και στην οικογένεια εμπεριέχει τη δημόσια ευθύνη και τη συλλογικότητα, έτσι και στην προσευχή, το εμείς της κοινότητας που προσεύχεται, εμπεριέχει το προσωπικό εγώ του καθένα.
Είπαμε ότι η προσευχή δεν είναι θέατρο (το λέει ο ίδιος ο Ιησούς: Μτ. 5, 6-8). Εδώ θα πρέπει να προσθέσουμε ότι δεν είναι ούτε πολυλογία (βλ. στο ίδιο) που καταπνίγει το πνεύμα. Συμβαίνει σε όλους μας να απαγγέλλουμε συνηθισμένες προσευχές και ταυτόχρονα το πνεύμα μας να είναι αλλού. Όταν παρακαλούμε τον Θεό για κάτι ή τον ευχαριστούμε με αγαλλίαση καρδιάς για κάτι που ζήσαμε, θα πρέπει να έχουμε τον μέγιστο βαθμό προσοχής. « Όμως, εκτός από τις στιγμιαίες αυτές καταστάσεις, το πιο σημαντικό είναι, να είναι παρούσα στα μύχια της ψυχής μας η σχέση με τον Θεό. Και για να επιτύχουμε την υπέροχη αυτή κατάσταση, πρέπει πάντα να ζωντανεύουμε αυτή τη σχέση και να ανάγουμε σε αυτήν όλα τα πράγματα της καθημερινότητας. Όσο τα βάθος της ψυχής μας είναι προσανατολισμένο στον Θεό, τόσο καλύτερα θα προσευχόμαστε. Όσο αυτός ο προσανατολισμός αποτελεί το θεμέλιο ολόκληρης της ύπαρξής μας, τόσο θα είμαστε άνθρωποι της ειρήνης, θα υποφέρουμε τον πόνο, θα κατανοούμε τους άλλους και θα τους ανοιγόμαστε. Τούτος ο προσανατολισμός, ο οποίος θα χαρακτηρίζει ολόκληρο το συνειδητό μας, η αθόρυβη παρουσία του Θεού στα μύχια της σκέψης, της αίσθησης και της ύπαρξής μας, ονομάζεται αδιάλειπτη προσευχή.
Η αδιάλειπτη προσευχή ταυτίζεται με την αγάπη του Θεού η οποία αποτελεί τόσο την προϋπόθεση όσο και την κινητήριο δύναμη της αγάπης του πλησίον. Αυτή η πραγματική προσευχή, η αθόρυβη εσωτερική συνύπαρξη με τον Θεό, χρειάζεται τροφή. Αυτό υπηρετεί η συγκεκριμένη προσευχή με λόγια ή παραστάσεις ή σκέψεις. Όσο περισσότερο είναι μέσα μας ο Θεός, τόσο θα είμαστε και εμείς πραγματικά κοντά Του με τα λόγια της προσευχής. Και αντίστροφα, αυτή η ενεργή προσευχή πραγματοποιεί και εμβαθύνει την κοινωνία μας με τον Θεό. (….). Είναι απαραίτητο επίσης να χρησιμοποιούμε πάντα λόγια προσευχής με τα οποία να συναντιέται με τον Θεό τόσο ολόκληρη η Εκκλησία όσο και οι μεμονωμένοι πιστοί. Γιατί χωρίς αυτή τη βοήθεια της προσευχής, η ατομική μας προσευχή και η εικόνα του Θεού θα είναι γεγονότα υποκειμενικά και θα αντικατοπτρίζουν τελικά μάλλον εμάς παρά τον ζωντανό Θεό». ( Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, σελ. 136-137).

Πέτρος Ανδριώτης

Σάββατο 21 Αυγούστου 2010

«Μακάριοι είναι εκείνοι που έχουν καθαρή καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό» (Μτ. 5,8)

Ας συνοψίσουμε την ερμηνεία που δίνει ο Πάπας Βενέδικτος 16ος στον Μακαρισμό αυτό, στις σελίδες 103 έως 106 του βιβλίου του «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ.
Για να δει κανείς τον Θεό, λέει ο Πάπας, η λογική δεν είναι αρκετή, είναι απαραίτητη η καρδιά. Με τον όρο καρδιά εννοούμε τη συνέργεια και την εσωτερική συμφωνία όλων των αισθητικών δυνάμεων της ανθρώπινης ύπαρξης. Ρόλο σημαντικό διαδραματίζει επίσης η αρμονία σώματος και ψυχής που είναι σημάδι ολοκληρωμένου ανθρώπου.
Με αυτόν τον τρόπο, ο άνθρωπος αναγνωρίζει τη σωματικότητα και την πνευματικότητά του. Το σώμα οφείλει να πειθαρχήσει στο πνεύμα χωρίς ωστόσο να απομονώσει τη νόηση και τη θέληση, αλλά, αναγνωρίζοντας τον Θεό, να ζει τη σωματικότητα της ύπαρξής του όχι ως εμπόδιο, αλλά ως πλούτο για το πνεύμα.
Ο Θεός είναι αντιληπτός από εκείνους τους ανθρώπους που είναι ικανοί να τον δουν, που έχουν τα μάτια της καρδιάς ανοικτά. Όπως ο καθρέφτης πρέπει να είναι καθαρός για να δεις μέσα σ΄αυτόν, έτσι και το εσωτερικό του ανθρώπου πρέπει να είναι καθαρό για να δει τον Θεό.
Ας δούμε τώρα τη συνάφεια που έχει ο Μακαρισμός που μελετούμε με την Παλαιά Διαθήκη. Στον Ψαλμό 23(24),3 περιγράφονται οι προϋποθέσεις για την είσοδο στο Ναό, για να σταθεί δηλαδή κάποιος κοντά στον ζώντα Θεό. Λέει ο Ψαλμός:
«Ποιος μπορεί ανεβεί στο όρος του Κυρίου; Και ποιος στον άγιό του τόπο να σταθεί; Καθένας που τα χέρια του είναι αθώα και καθαρή η καρδιά, όποιος δεν επιδόθηκε σε μάτια πράγματα, ούτε απάτησε τον διπλανό του» (Ψ. 23(24),3).
Ο ίδιος Ψαλμός εξηγεί παρακάτω τι σημαίνουν «αθώα χέρια και καθαρή καρδιά»:
«Αυτός θα λάβει ευλογία από τον Κύριο και δικαιοσύνη απ΄τον Θεό του που τον σώζει. Αυτή είναι η γενιά που τον ζητάει και λαχταράει την παρουσία Του» (στιχ. 6). Εδώ η στάση αυτή ταυτίζεται με τη στάση «της πείνας και της δίψας» για δικαιοσύνη» που αναλύσαμε σε προηγούμενο Μακαρισμό.
Έτσι για να πορευτεί κάποιος προς συνάντηση του Θεού, θα πρέπει πριν απόλα να θέτει το ερώτημα για τον Θεό και να αναζητεί με λαχτάρα το Πρόσωπό του. Ταυτόχρονα όμως, καθώς λέει σαφώς ο Ψαλμός, να μην απατά τον διπλανό του, να είναι δηλαδή τίμιος, φιλαλήθης και δίκαιος απέναντι στον συνάνθρωπο και στην κοινωνία. Θα λέγαμε ότι θα πρέπει να έχει κοινωνικό ήθος που φθάνει όμως μέχρι το βάθος της καρδιάς.
Ο Ψαλμός 14(15), αναλύει ακόμα περισσότερο το θέμα τονίζοντας ότι με την εφαρμογή του Δεκάλογου, ο πιστός είναι σε αναζήτηση του Θεού, βρίσκεται καθ΄οδόν προς Εκείνον και εκδηλώνει έμπρακτα αγάπη προς τον πλησίον και δικαιοσύνη απέναντι στα πρόσωπα και στην κοινωνία.
Όμως ο όρος «καθαρή καρδιά» στα χείλη του Ιησού έχει βαθύτερο νόημα. Ο Ιησούς Χριστός βλέπει τον Θεό πρόσωπο προς πρόσωπο, έχει διαρκή εσωτερική επικοινωνία μαζί του, ζει δηλαδή την Υιική Του ύπαρξη. Έτσι ο Μακαρισμός αυτός, αναφέρεται πριν απόλα στον τρόπο που βιώνει ο Ιησούς τη σχέση του με τον Θεό και ταυτόχρονα αποκαλύπτει στους ανθρώπους ότι για να πλησιάσουν και να δουν και εκείνοι τον Θεό, θα πρέπει να αποκτήσουν τα φρονήματα του ιδίου του Ιησού Χριστού (Φιλιπ, 2,5). Η κάθαρση της καρδιάς επιτυγχάνεται ακολουθώντας τον Χριστό, γινόμενοι ένα με Εκείνον (Γαλ. 2,20).
Συνοψίζοντας την ερμηνεία του Μακαρισμού, ο Πάπας, λέει τα εξής: «Η άνοδος στον Χριστό πραγματοποιείται στην κάθοδο της ταπεινής διακονίας, της αγάπης, η οποία αποτελεί την ουσία του Θεού και ως εκ τούτου είναι η αληθινά καθαρτική δύναμη που ικανώνει τον άνθρωπο να αντιληφθεί τον Θεό και να τον αντικρίσει» (Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, σελ. 105-106).

Πέτρος Ανδριώτης

Παρασκευή 20 Αυγούστου 2010

«Μακάριοι είναι εκείνοι που πεινούν και διψούν τη δικαιοσύνη, γιατί αυτοί θα χορτάσουν» (Μτ.5,4)

Μακάριοι είναι οι άνθρωποι που δεν ικανοποιούνται με την προχειρότητα και την επιφανειακότατα, ούτε με τα αγαθά και τις απολαύσεις της ζωής και αναζητούν κάτι βαθύτερο και μονιμότερο. Αναζητούν νόημα και σκοπό στη ζωή τους που να ανταποκρίνεται στις βαθύτερες απαιτήσεις της καρδιάς τους. Είναι σαν τους Μάγους από την Ανατολή, οι οποίοι, παρά τα πλούτη και τη δόξα που απολάμβαναν, αναζητούσαν τον Μεσσία Ιησού, πορεύονταν δηλαδή προς την αλήθεια που θα έδινε νόημα και ικανοποίηση στη ζωή τους.
Μακάριοι είναι ακόμη «οι άνθρωποι με εσωτερική ευαισθησία που τους καθιστά ικανούς να αφουγκραστούν και να διακρίνουν τα αθόρυβα σημεία που αποστέλλει ο Θεός στον κόσμο, ώστε να διασπάσουν τη δικτατορία της συνήθειας» (Ιωσήφ Ράτσινγκερ, Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, σελ. 102).
Είναι επίσης μακάριοι όσοι υποφέρουν και επαναστατούν όταν βλέπουν να διαπράττονται αδικίες σε βάρος συνανθρώπων τους, υποφέρουν και συμπάσχουν εμπρός στα βάσανα που συναντούν καθημερινά στη ζωή τους, επιθυμούν βαθιά μέσα τους να έλθει μια μέρα η λύτρωση και η σωτηρία για όλους τους ανθρώπους. Και όσοι πίστεψαν και πιστεύουν ότι στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού έχει έλθει αυτή η σωτηρία, ευχαριστούν τον Θεό και του ζητούν να χορηγήσει την πίστη και στους άλλους.
Οι άγιοι, μέσα στην ιστορία του Χριστιανισμού, αυτό ακριβώς έκαναν. Και έχουμε άπειρα παραδείγματα τέτοιων ανθρώπων. Στις μέρες της επίγειας ζωής του Χριστού, έχουμε την Μαρία τη Μητέρα του, τον Ιωσήφ, τον Ζαχαρία, την Ελισάβετ, τον Συμεών και την Άννα που ανέμεναν με υπομονή και λαχτάρα τη σωτηρία των ανθρώπων την οποία και είδαν να πραγματοποιείται στο πρόσωπο του Ιησού.
Από την εποχή του Χριστού, έχουμε ακόμη τους 12 Αποστόλους οι οποίοι, ανάμεσα στην εργασία και την καθημερινότητά τους, είχαν ανοικτή την καρδιά για να αποδεχτούν και να ανταποκριθούν στο κάλεσμα του Διδασκάλου.
Αλλά και το μεγάλο και τίμιο πάθος του Παύλου για τη δικαιοσύνη, ενώ βρισκόταν σε λάθος δρόμο, τον οδήγησε να υποκλιθεί στον Θεό και να αποκτήσει μια καινούργια θεώρηση του κόσμου.
Τα παραδείγματα ανθρώπων που έμπρακτα στη ζωή τους φανέρωσαν πείνα και δίψα για τη δικαιοσύνη είναι ατέλειωτα. Και τούτο συνιστά μια ακόμη απόδειξη, όχι μόνο της «Θεϊκής προέλευσης του Χριστιανισμού», αλλά και της απόλυτης επικαιρότητάς του ιδιαίτερα στα πρόσωπα των σύγχρονων αγίων όπως π.χ. της Μητέρας Τερέζας, του Πατέρα Πίου ή της φιλοσόφου και αγίας του εικοστού αιώνα Edith Stein που μαρτύρησε στα κρεματόρια του Άουσβιτς (καταγόταν από Εβραϊκή οικογένεια).
Η Edith Stein που σε όλη τη ζωή της διψούσε και αναζητούσε τη δικαιοσύνη, είπε κάποτε: «όποιος αναζητεί την αλήθεια με τιμιότητα και πάθος, πορεύεται προς τον Χριστό».
Για όλους αυτούς τους ανθρώπους μιλάει ο Μακαρισμός που μελετούμε. Και είναι μακάριοι όχι μόνο γιατί οι ίδιοι ακολουθούν το σωστό δρόμο, αλλά κυρίως γιατί «αυτή η δίψα και η πείνα τους για δικαιοσύνη, οδηγούν τους ανθρώπους στον Θεό και τον Χριστό, ανοίγοντας έτσι τις πύλες του κόσμου στη βασιλεία του Θεού» (Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, σελ. 102-103).
Και εδώ τίθεται το ερώτημα: τι γίνεται με τη σωτηρία όσων δεν γνωρίζουν τον Χριστό; Η θεωρία που επικρατεί σήμερα είναι ότι ο καθένας πρέπει να βιώσει τη θρησκεία – ακόμα και τον αθεϊσμός – που έχει ασπαστεί. Με αυτό τον τρόπο θα ανακαλύψει τη σωτηρία. «Μια τέτοια άποψη προϋποθέτει μια πολύ σπάνια εικόνα του Θεού και του ανθρώπου αλλά και της ορθής πορείας της ανθρώπινης οντότητας» (στο ίδιο, σελ. 103).
«Μια διασαφήνιση αυτής της άποψης μπορεί να δοθεί μέσω κάποιων πρακτικών ερωτήσεων:
- Θεωρείται μακάριος και δίκαιος από τον Θεό, επειδή κάποιος εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της αιματηρής αντεκδίκησης;
- Είναι μακάριοι αυτοί που τάσσονται υπέρ του ιερού πολέμου και συμμετέχουν σε αυτόν;
- Θεωρείται μακάριος επειδή κάποιος έχει αναγάγει τις απόψεις και τις επιθυμίες του σε συνειδησιακή εντολή και έτσι έχει ανυψωθεί σε μέσο/κριτήριο των πάντων;
Η απάντηση είναι όχι. Ο Θεός απαιτεί το αντίθετο: τον εσωτερικό καθαρμό για τη δική του αθόρυβη επαγγελία η οποία είναι εντός μας παρούσα και μας αποσπά από τις μεμονωμένες, τετριμμένες συνήθειές μας στην οδό της αλήθειας που είναι ο Ιησούς Χριστός» ( στο ίδιο, σελ. 103).

Πέτρος Ανδριώτης

Τρίτη 17 Αυγούστου 2010

«Μακάριοι όσοι πενθούν, διότι αυτοί θα παρηγορηθούν» (Μτ. 5,4)

Ας προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε περιληπτικά και με πολύ απλά και δικά μας λόγια την ερμηνεία που δίνει στην Μακαρισμό αυτό, ο Πάπας Βενέδικτος 16ος, όχι ως Πάπας, αλλά ως θεολόγος Ιωσήφ Ράτσινγκερ, στο βιβλίο του «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ».
«Μακάριοι όσοι πενθούν, διότι αυτοί θα παρηγορηθούν». Είναι ανθρωπίνως παράδοξο και αντιφατικό να λεγόμαστε μακάριοι όταν υποφέρουμε και πενθούμε. Γι΄αυτό και ο Χριστός με τη φράση αυτή σίγουρα θέλει να μας στείλει κάποιο μήνυμα που πρέπει να το διασαφηνίσουμε. Αυτός εξάλλου ήταν σχεδόν πάντα ο τρόπος με τον οποίο μιλούσε στα πλήθη: βλέπε παραβολές, συνομιλίες , μυστηριώδεις απαντήσεις του.
Το πένθος, πολλές φορές, λέει ο Ιωσήφ Ράτσινγκερ, προέρχεται από τη ροπή του ανθρώπου προς το κακό, από την κακή χρήση της ελευθερίας του. Ακόμη το πένθος τις περισσότερες φορές δεν μπορούμε να το αποφύγουμε ή να το αποτρέψουμε.
Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να αντισταθούμε με τον πιο αρμόζοντα στον άνθρωπο τρόπο, που είναι η ευαισθησία και η συμμετοχή στο πόνο του άλλου, η πιστότητα στην αγάπη και στην αλήθεια, η ελπίδα για ένα νέο ξεκίνημα μέσα στον σπαραγμό και τις δοκιμασίες της ζωής.
Στο Ευαγγέλιο έχουμε τις δύο χαρακτηριστικές στάσεις απέναντι στο πένθος και την απελπισία: τη στάση του Ιούδα και τη στάση του Πέτρου. Ο Ιούδας , μετά την προδοσία του Χριστού, αισθάνεται απαίσια, δεν βλέπει καμία διέξοδο, βυθίζεται στο σκοτάδι της απελπισίας και απαγχονίζεται. Είναι η αρνητική πλευρά του πένθους. Το πένθος χωρίς ελπίδα παρηγοριάς.
Ο Πέτρος, μετά την τριπλή άρνηση του Χριστού, συνειδητοποιεί αυτό που έκανε και αντικρίζοντας το βλέμμα του Ιησού, ξεσπά σε δάκρυα πικρά. Μετανοεί και ξεκινά από την αρχή. Γίνεται ένας καινούργιος άνθρωπος. Είναι η θετική πλευρά του πένθους.
Άλλο, παράδειγμα αντιμετώπισης του πένθους και του πόνου, είναι η στάση της Μαρίας, της Μητέρας του Ιησού, της Μαρίας της γυναίκας του Κλεόπα, της Μαρίας από τα Μάγδαλα και του απόστολου Ιωάννη. Είναι η μικρή ομάδα ανθρώπων που στέκεται κάτω από το Σταυρό και συμπάσχει σιωπηλά με τον πάσχοντα εσταυρωμένο Ιησού. Τριγύρω η αγριότητα και η κακία κυριαρχούν. Το ανήκουστο κακό έγινε και δεν μπορεί πια να αποτραπεί. Μπορεί όμως να υπάρξει μια αντίσταση μέσα σε αυτό το γενικό αίσθημα μίσους των ανθρώπων. Αυτό ακριβώς κάνει η μικρή ομάδα ανθρώπων στα πόδια του Σταυρού. Με τη στάση τους δείχνουν ότι μένουν πιστοί στις αρχές και στην αλήθεια που δίδαξε ο καρφωμένος πάνω στον Σταυρό Χριστός. Και αυτός είναι ο κύριος λόγος που θα παρηγορηθούν και θα εισέλθουν στη βασιλεία του Θεού ή των Ουρανών, όπως υπόσχονται και δυο άλλοι Μακαρισμοί.
Εδώ διαπιστώνουμε μια σύνδεση του Μακαρισμού που αναλύουμε μα τον άλλο Μακαρισμό που λέει: «Μακάριοι όσοι καταδιώκονται για τη δικαιοσύνη, διότι σ΄αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών». Συνήθως το πένθος και ο πόνος , όπως είπαμε είναι « μια μορφή αντίστασης σε αυτό που κάνουν όλοι και το προβάλλουν ως πρότυπο συμπεριφοράς. Αυτό δεν είναι ανεκτό από τον κόσμο, διότι θεωρεί τη στάση αυτή ως μια καταγγελία, ως μια αντίσταση στην κώφωση των συνειδήσεών. Γι΄αυτό και οι πενθούντες διώκονται για χάρη της δικαιοσύνης» ( Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, σελ 99).
Έτσι σε όσους πενθούν παρέχεται η παρηγοριά, σε όσους διώκονται δίνεται η υπόσχεση της βασιλείας του Θεού. Η ίδια υπόσχεση, καθώς είδαμε, δίνεται και σε όσους είναι φτωχοί στο πνεύμα. Και οι δυο υποσχέσεις είναι πολύ κοντά η μια στην άλλη. Η αληθινή παρηγοριά βρίσκεται στη βασιλεία του Θεού όπου ο άνθρωπος είναι υπό την προστασία της θεϊκής δύναμης και απολαμβάνει την τρυφερή αγάπη του Κυρίου. Τότε καμιά δολοφονική δύναμη κι κανένας απολύτως εχθρός δεν μπορεί να απειλήσει τον αδύναμο άνθρωπο. «Τότε η παρηγοριά είναι τέλεια αφού όλα τα δεινά του κόσμου μπαίνουν κάτω από το φως του Θεού και οδηγούνται από την αγαθότητά Του σε ένα νόημα» (στο ίδιο σελ. 99). Και είναι τέλεια η παρηγοριά του Κυρίου, γιατί έτσι έχει αποδυναμωθεί πλήρως ο έσχατος εχθρός, που είναι ο θάνατος (βλ. Α! Κορ. 15,26).

Πέτρος Ανδριώτης

Κυριακή 15 Αυγούστου 2010

«Μακάριοι οι πράοι, διότι αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη» (Μτ.5,5)

Είναι ο τρίτος Μακαρισμός κι όπως θα δούμε έχει πολλά κοινά σημεία με τον πρώτο. Αναλύοντας την έννοια του Μακαρισμού αυτού (αντλώντας πάντοτε τους στοχασμούς μας από το βιβλίο του Πάπα «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ», θα διασαφηνίσουμε και το νόημα της βασιλείας των Ουρανών του πρώτου μακαρισμού.
Καταρχάς πρόκειται για μια μεταφορά ενός Ψαλμικού χωρίου της Παλαιάς Διαθήκης: «Οι δε πράοι θα κληρονομήσουν τη γη και θα απολαύσουν άφθονη ειρήνη» (Ψ 36,11). Κατόπιν θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο όρος «πράοι» αποτελεί τη μετάφραση Εβραϊκής λέξης από τους Ο΄ που σημαίνει οι «φτωχοί του Θεού».
Ανατρέχοντας και σε άλλα σημεία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης όπου αναφέρεται ο όρος «πράος» διαπιστώνουμε σ΄αυτόν ένα πλούσιο εννοιολογικό περιεχόμενο. Έτσι για τον Μωυσή διαβάζουμε τα εξής: « Και ο άνθρωπος ο Μωυσής ήταν υπερβολικά πράος, περισσότερο από όλους τους ανθρώπους, που είναι επάνω στη γη» ( Αρ.12,3). Εδώ είναι αδύνατο να μην φέρουμε στη μνήμη μας τα λόγια του Ιησού: «28Ελάτε σε μένα όλοι όσοι κοπιάζετε και είστε φορτωμένοι κι εγώ θα σας αναπαύσω. 29Σηκώστε πάνω σας το ζυγό μου και μάθετε από μένα, διότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά. Και θα βρείτε ανάπαυση για τις ψυχές σας. 30Πράγματι, ο ζυγός μου είναι απαλός και το φορτίο μου είναι ελαφρύ».(Μτ. 11,29-30). Η σύνδεση μεταξύ Μωυσή και Ιησού είναι ξεκάθαρη: ο νέος και αληθινός Μωυσής είναι ο Ιησούς Χριστός. Με την επί του όρους ομιλία του έρχεται ακριβώς να συμπληρώσει και να ολοκληρώσει το έργο του Μωυσή. Ο Ισχυρός και Κυρίαρχος αυτού του κόσμου, αφού «μέσω αυτού έγιναν τα πάντα» (βλ Πιστεύω) διακατέχεται από απόλυτη καλοσύνη και ταπεινοσύνη.
Αλλά έχουμε και άλλη σημαντικότατη αναφορά του όρου «πράος». Ο προφήτης Ζαχαρίας εκ μέρους του Θεού λέει τα εξής: «Αυτά λέει ο Κύριος: «Να χαίρεσαι υπερβολικά, θυγατέρα της Σιών, να αλαλάζεις, θυγατέρα της Ιερουσαλήμ. Ιδού, ο βασιλιάς σου έρχεται σε σένα, αυτός είναι δίκαιος και σωτήρας, είναι πράος, και κάθεται επάνω σε γαϊδούρι κι επάνω σε πουλάρι γιο υποζυγίου» (Ζαχ.9,9).
Ο Κύριος είναι σαφής: θα έλθει ένας δίκαιος και πράος βασιλιάς που θα σώσει το Ισραήλ και η βασιλεία του θα είναι παγκόσμια αφού η εξουσία του θα απλώνεται «από τη μια θάλασσα στην άλλη» (Ζαχ. 9,10). Το κύριο χαρακτηριστικό του θα είναι η ταπείνωση και η πραότητά του και αυτό θα τον διαφοροποιεί από τους δυνάστες αυτού του κόσμου. Το μεταφορικό μέσο των φτωχών και απλών ανθρώπων ήταν τότε, αλλά και σήμερα, το γαϊδουράκι. Ο Ζαχαρίας προφητεύει ότι πάνω σε αυτό θα καθίσει ο νέος Βασιλιάς Χριστός. Και πράγματι πάνω σε αυτό κάθισε, όπως μαρτυρούν οι Ευαγγελιστές, κατά την θριαμβευτική του είσοδο στην Ιερουσαλήμ, μια βδομάδα πριν το Πάθος του (βλ. Μτ. 21, 1-9, Λκ. 19,28-40 και Ιω. 12,12-19)(την Κυριακή των Βαΐων). Είναι ο βασιλιάς της πραγματικής ειρήνης και η συμβολική του κίνηση να καθίσει πάνω στο γαϊδουράκι, μπορεί να παραλληλιστεί με τα στρατιωτικά άρματα των ηγετών αυτού του κόσμου τα οποία και ακυρώνει πλήρως.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι η λέξη «πράος» είναι μια λέξη που ανήκει στο λαό του Θεού της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης , αλλά και μια βασιλική λέξη που αποκαλύπτει το κύριο χαρακτηριστικό της καινούργιας βασιλείας του Χριστού. Η δε ταπεινή είσοδος του Χριστού στην Ιερουσαλήμ πάνω σε γαϊδουράκι, μας βοηθάει να καταλάβουμε όλο το νόημα της Βασιλείας Του.
«Διότι αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη». Είναι η υπόσχεση που συνδέεται με τον τρίτο Μακαρισμό. Ας προσπαθήσουμε να βρούμε το νόημα που καλύπτεται πίσω από την υπόσχεση αυτή. Σίγουρα ο Αβραάμ έλπιζε από τον Θεό μια γη. Οι δε Εβραίοι, που περιπλανιόνταν μέσα στην έρημο, έλπιζαν και αυτοί να αποκτήσουν μια μέρα τη «γη της Επαγγελίας». Όμως πέρα και πριν από αυτή τη φυσιολογική αξίωση να αποκτήσει ένα εθνικό ζωτικό χώρο, ο σκλαβωμένος από τους Αιγυπτίους Εβραϊκός λαός διεκδικούσε το δικαίωμα να λατρεύσει τον Θεό του. Έτσι η επαγγελία της γης απόκτησε την έννοια του χώρου όπου ο λαός θα υπάκουε ελεύθερα στον Θεό και θα ήταν απαλλαγμένος από την λατρεία των ψεύτικων θεών (την ειδωλολατρία). Κατέχω τη γη σημαίνει λοιπόν ζω σε ένα χώρο όπου αναγνωρίζεται και λατρεύεται ο αληθινός Θεός. Όταν αυτό δεν συμβαίνει, τότε αφαιρείται και ο λόγος κατοχής της γης. Και αυτό θα μπορούσε να αιτιολογήσει την οδυνηρή εξορία του Εβραϊκού λαού.
Τελικά η γη που θα κληρονομήσουν οι πράοι, αφορά λιγότερο στην εθνική κατοχή ενός χώρου και περισσότερο στον χώρο όλης της κτίσης όπου οι άνθρωποι ελεύθερα απαντούν στην αγάπη του Θεού. Ο χώρος της βασιλείας του Θεού, όπως λέει ο προφήτης Ζαχαρίας, εκτείνεται «από τη μια θάλασσα στην άλλη», υπερβαίνει τα σύνορα των διαφόρων Χωρών και ανήκει στους πραείς και στους ειρηνοποιούς.. Είναι η Χώρα του Βασιλιά της ειρήνης, του Ιησού Χριστού.
«Κάθε ευχαριστιακή σύναξη αποτελεί για εμάς τους χριστιανούς έναν τέτοιο χώρο του Βασιλιά της ειρήνης. Η οικουμενική κοινότητα της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού αποτελεί μια προτύπωση της Γης του αύριο, που θα αποτελεί μια χώρα της ειρήνης του Ιησού Χριστού»( Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ σελ.96).

Πέτρος Ανδριώτης

Παρασκευή 13 Αυγούστου 2010

«Μακάριοι οι φτωχοί στο πνεύμα» (Μτ. 5,3)

Για την ερμηνεία των επιμέρους Μακαρισμών θα προσπαθήσω να εκθέσω με όσο το δυνατό πιο απλά λόγια τα κύρια σημεία της ανάλυσης που κάνει στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του «Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ», ο Ιωσήφ Ράτσινγκερ και νυν Πάπας Βενέδικτος 16ος.
Ο διάσημος θεολόγος και Πάπας, για την κατανόηση του πρώτου μακαρισμού «μακάριοι οι φτωχοί στο πνεύμα», με τον οποίο θα ασχοληθούμε σήμερα, επισημαίνει τα εξής:

- Η ανακαλυφθείσα στον 20ο αιώνα κοινότητα του Κουμράν αυτοαποκαλούνταν οι «φτωχοί της χάρης». Θεωρούσαν τον εαυτό τους ως τον πραγματικό Ισραήλ και «ενσάρκωναν παραδόσεις που είχαν βαθιές ρίζες στην πίστη του Ισραήλ».

- Το 90% των κατοίκων της Ιουδαίας, την εποχή της κατάκτησής της από τους Βαβυλωνίους, ήταν φτωχοί. Η φτώχεια αυτή επιδεινώθηκε μετά την εξορία με την Περσική φορολογική πολιτική.

- Ο λαός του Ισραήλ κατανοεί επιτέλους ότι η φτώχεια δεν είναι τιμωρία του Θεού. Με την ταπείνωση που προκαλεί στον άνθρωπο, τον βοηθάει να ανοιχθεί στο Θεό, ενώ η αλαζονεία των πλουσίων, τους κάνει να στηρίζονται αποκλειστικά και μόνο στον εαυτό τους.

- Σε πολλούς Ψαλμούς εκφράζεται η ευλάβεια των φτωχών που άνθησε ακριβώς λόγω της φτώχειας τους. Οι δε φτωχοί αισθάνονται τον εαυτό τους ως τον πραγματικό Ισραήλ. ΄Ετσι σιγά σιγά, «μέσα στο πνεύμα της ευλάβειας των Ψαλμών, στην βαθιά προσήλωση στην αγαθότητα του Θεού, στην ανθρώπινη καλοσύνη και ταπείνωση και στην προσμονή της σωτηρίας που θα έλθει από την Αγάπη του Θεού, ξανοίγονται οι καρδιές που θα επιτρέψουν την είσοδο του Ιησού στη Ιστορία» (Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ σελ.88).

- Οι άνθρωποι που περιέβαλαν τον Ιησού, από την πρώτη εμφάνισή του στη γη μέχρι το θάνατό του, ήταν φτωχοί, ταπεινή και ανοικτοί στα καλέσματα του θεού (Παναγία, Ιωσήφ, Συμεών, Άννα, Ζαχαρίας, Ελισάβετ, ποιμένες, οι 12 Απόστολοι κ.τ.λ.). Οι άνθρωποι αυτοί, και όσοι στο μέλλον θα τους ακολουθήσουν, αισθάνονται την εσωτερική φτώχεια, δεν καυχώνται ούτε αξιώνουν από το Θεό αμοιβή γι΄αυτό που κάνουν, αγαπούν και απλά δέχονται ευχαρίστως οποιοδήποτε ευεργέτημα θελήσει να τους προσφέρει ο Θεός.

Ο Λουκάς στον Μακαρισμό αυτό, δεν αναφέρει τον όρο «στο πνεύμα» και χρησιμοποιεί απλά τον όρο «φτωχοί». Παρόλα αυτά εξετάζοντας με προσοχή το σύνολο του Ευαγγελίου του, διαπιστώνουμε ότι με τη λέξη αυτή, θέλει να δηλώσει τους «φτωχούς στο πνεύμα» που συγκροτούσαν την κοινωνιολογική ομάδα με την οποία εγκαινιάστηκε η επίγεια πορεία του Ιησού και του Ευαγγελίου του.
Εξάλλου η αναφερόμενη φτώχεια δεν αποτελεί ένα απλό υλικό φαινόμενο, το οποίο από μόνο του δεν σώζει: «Η καρδιά όσων δεν έχουν τίποτε στη κατοχή τους μπορεί να είναι σκληρή, δηλητηριασμένη, κακή, εσωτερικά να ξεχειλίζει από λαχτάρα να αποκτήσουν πράγματα, ξεχνώντας τον Θεό και επιδιώκοντας με μανία εξωτερικά αγαθά» (στο ίδιο σελ 90).

Από την άλλη μεριά, η φτώχεια δεν μπορεί να αποτελεί μόνο πνευματική στάση. Ασφαλώς η απόλυτη φτώχεια που βίωσαν π.χ. ο ιδρυτής του μοναχισμού, ο Άγιος Μεγάλος Αντώνιος, ή ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης, δεν μπορεί να υιοθετηθεί από όλους. «όμως η Εκκλησία προκειμένου να παραμείνει κοινότητα φτωχών (κατά το πρότυπο του Ιησού και των μαθητών του) πρέπει να εμπνέεται πάντα από τους μεγάλους απαρνητές και τις κοινότητες που τους ακολουθούν, που ζουν τη φτώχεια και την απλότητα» (στο ίδιο σελ. 90).
Οι Άγιοι εφαρμόζουν στην εντέλεια το πνεύμα των Μακαρισμών και μας βοηθούν να κατανοούμε την κατοχή ως διακονία, «αντιπαρατάσσοντας στον πολιτισμό του έχειν τον πολιτισμό της εσωτερικής γαλήνης και δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την κοινωνική δικαιοσύνη» (στο ίδιο σελ. 90).
«Οι Άγιοι είναι επίσης οι αληθινοί ερμηνευτές της Αγίας Γραφής. Το τι σημαίνει κάθε λέξη της κατανοείται κυρίως από εκείνους που έχουν συγκλονιστεί από αυτήν και τη βιώνουν» (στο ίδιο σελ. 91).
Ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης βίωσε στην απολυτότητά του τον λόγο του πρώτου Μακαρισμού απαρνούμενος ολοκληρωτικά όλα τα υπάρχοντά του, ακόμα και τα πολυτελή ρούχα που φορούσε γιατί διακατεχόταν από άπειρη εμπιστοσύνη στην πατρική φροντίδα του Θεού που «ντύνει τα κρίνα του αγρού ομορφότερα από τον Σολομώντα» (Μτ. 6,28) και γιατί ήθελε να έχει ελευθερία διακονίας και ελευθερία για αποστολή.
Παρόλα αυτά «ο Φραγκίσκος, ιδρύοντας ένα τρίτο τάγμα λαϊκών, αποδέχεται τη διαφοροποίηση ανάμεσα στην πλήρη απάρνηση κατοχής κάθε αγαθού και την απαραίτητη ζωή στον κόσμο, που προϋποθέτει μια μορφή ιδιοκτησίας. Το τρίτο τάγμα σημαίνει αποδοχή της κλήσης του κοσμικού επαγγέλματος και των απαιτήσεών του με ταπείνωση και ζωή σε βαθιά εσωτερική σχέση με τον Χριστό» (σελ.92).
Το τρίτο αυτό τάγμα εμπεριέχει το μήνυμα του υπό εξέταση Μακαρισμού για όλους τους οπαδούς του Χριστού.
Η επαγγελία «Μακάριοι οι φτωχοί στο πνεύμα», ακολουθείται και στους δύο Ευαγγελιστές (Ματθαίο και Λουκά) από τη φράση: «διότι σ΄αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών».
Για την έννοια της δεύτερης αυτής φράσης, θα ασχοληθούμε στη συνέχεια της ερμηνείας των Μακαρισμών.

Πέτρος Ανδριώτης

Τετάρτη 11 Αυγούστου 2010

Η ευτυχία που επαγγέλλεται ο Χριστός

Αυτή συνοψίζεται στους μακαρισμούς που συνιστούν την συμπλήρωση και ολοκλήρωση των υποσχέσεων που έδωσε ο Θεός στον εκλεκτό λαό του (βλ. Ψαλμ. 1 και Ιερεμ.17,7).
Οι μακαρισμοί που εξαγγέλθηκαν κατά την επί του όρους ομιλία αναφέρονται από τους Ευαγγελιστές Ματθαίο (5,3-12) και Λουκά ( 6,21-29). Παραθέτω τους κατά Ματθαίο μακαρισμούς:
3Μακάριοι οι πνευματικά φτωχοί,
διότι σ'αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών.
4Μακάριοι όσοι πενθούν,
διότι αυτοί θα παρηγορηθούν.
5Μακάριοι οι πράοι,
διότι αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη.
6Μακάριοι όσοι πεινούν και διψούν τη δικαιοσύνη,
διότι αυτοί θα χορτάσουν.
7Μακάριοι οι ελεήμονες,
διότι αυτοί θα ελεηθούν.
8Μακάριοι όσοι είναι καθαροί στην καρδιά,
διότι αυτοί θα δουν το Θεό.
9Μακάριοι οι ειρηνοποιοί,
διότι αυτοί θα ονομασθούν γιοι του Θεού.
10Μακάριοι όσοι καταδιώκονται για τη δικαιοσύνη,
διότι σ'αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών.
11Μακάριοι είσθε όταν σας βρίσουν και σας καταδιώξουν και πουν εναντίον σας κάθε κακό, λέγοντας ψέματα εξαιτίας μου. 12Να χαίρεστε και να αγάλλεσθε, επειδή η ανταμοιβή σας θα είναι μεγάλη στους ουρανούς. Έτσι, πράγματι, καταδίωξαν και τους προφήτες που υπήρξαν πριν από σας.

Καταρχάς θα πρέπει να πούμε ότι οι μακαρισμοί περιγράφουν την πραγματική κατάσταση των ανθρώπων που περιβάλλουν τον Ιησού. Αυτοί είναι οι φτωχοί γονείς του, οι μαθητές του, οι δώδεκα απόστολοι και γενικά όσοι με συμπάθεια, απλότητα, και ταπεινοσύνη έρχονται να τον ακούσουν. Συνήθως απουσιάζουν οι πλούσιοι, οι γεμάτοι από τον εαυτό τους Φαρισαίοι και Σαδδουκαίοι. και γενικά η υψηλή τάξη της κοινωνίας της εποχής εκείνης.
Με τους μακαρισμούς ο Χριστός διατυπώνει σαφώς το νέο πνεύμα που πρέπει να διακατέχει τους οπαδούς του. Αυτό ανατρέπει τα κριτήρια αξιολόγησης και ιεράρχησης των αξιών της ζωής που κάνουν οι άνθρωποι. Η αξιολόγηση του Θεού, μας λέει έμμεσα ο Ιησούς, είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη των ανθρώπων. Οι άνθρωποι π.χ. θεοποιούν το χρήμα, τη φήμη και τη δόξα, και θα έλεγα κυρίως τις βιολογικές λειτουργίες και συνακόλουθες απολαύσεις της ανθρώπινης ζωής.
Ο Ιησούς στους μακαρισμούς μας δείχνει μια πορεία που πηγάζει από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το μεγαλείο της ανθρώπινης υπόστασής μας: πριν απ΄όλα την αναγνώριση ότι είμαστε δημιουργήματα του Θεού, με λογική, θέληση και ελευθερία και αξιοποιούμε το πέρασμά μας από η γη αυτή για να φθάσουμε στον τελικό προορισμό μας που είναι η Ζωή με τον Πανάγαθο Θεό και Πατέρα μας.
Με την αναγνώριση αυτή, πορευόμαστε σε αυτό τον κόσμο με πνεύμα φτώχειας και ταπεινότητας γνωρίζοντας ότι τα πλούτη που θα μας γεμίσουν αληθινή και μόνιμη χαρά και αγαλλίαση είναι εκείνα που συσσωρεύουμε ακολουθώντας την πορεία ζωής που έκανε ο Χριστός πάνω στη γη.
Και η χαρά και αγαλλίαση δεν είναι μόνο μελλοντική. Ζώντας με το πνεύμα των μακαρισμών, δηλαδή του Χριστού, φέρνουμε το μέλλον στο παρόν και νοιώθουμε μιαν ανείπωτη ικανοποίηση και χαρά που βάζουμε το ταπεινό μας λιθαράκι στην οικοδόμηση της βασιλείας του Θεού. Η χαρά μας προέρχεται επίσης και από την αίσθηση ότι με τη ζωή μας σεβόμαστε την ανθρώπινη φύση και κατάστασή μας, την αξιοπρέπεια μας, και τις αληθινές αξίες τις δικές μας, αλλά και εκείνες των συνανθρώπων μας. Σεβόμαστε κυρίως την τάξη που έβαλε ο Θεός στον κόσμο και ακολουθούμε το σχέδιο που έχει για μας.
Στην επίγεια ζωή μας, ζούμε και απολαμβάνουμε, κάθε τι που μας παρέχει η ανθρώπινη φύση μας, αρκεί να εντάσσεται στο παραπάνω σχέδιο του Θεού.
Και επειδή η ζωή με το πνεύμα των μακαρισμών, συχνά προκαλεί αντιδράσεις σε βάρος αυτών που την ακολουθούν ( διώξεις, περιφρόνηση, μίσος), αλλά και η ίδια η φθαρτή φύση μας, μας βάζει αναπόφευκτα σε ποικίλα βάσανα, στενοχώριες, αρρώστιες και μας οδηγεί στο θάνατο του σώματός μας, παρόλα αυτά, η χαρά ότι βαδίζομε στο δρόμο της αλήθειας, της αγάπης, του Πνεύματος των μακαρισμών, θα βρίσκεται πάντα βαθιά μέσα μας και θα μας βοηθάει να αντιμετωπίζουμε με χαμόγελο και ελπίδα τα πολλά αυτά βάσανα της ζωής. Εξάλλου και ο Χριστός αντιμετώπισε τα βάσανα αυτά με το ίδιο Πνεύμα.
(η συνέχεια του ίδιου θέματος στην επόμενη ανάρτηση)

Πέτρος Ανδριώτης

Παρασκευή 6 Αυγούστου 2010

Κοινωνική διδασκαλία της Εκκλησίας και πρόοδος του ανθρώπου

Καταρχάς η Εκκλησία «είναι ανοικτή στην αλήθεια από οποιοδήποτε γνωστικό πεδίο και αν προέρχεται. Την αποδέχεται, συνθέτει σε ενότητα τα θραύσματα στα οποία συνήθως τη βρίσκει και την προσφέρει στην ολοένα μεταβαλλόμενη πραγματικότητα της κοινωνίας των ανθρώπων και των λαών» (Εγκ. Αγάπη εν αληθεία, αρ.9).
Είναι μια αλήθεια της πίστης ότι η Εκκλησία με τους όρους αγάπης και αλήθειας που υπηρετεί τον Θεό, με τους ίδιους αυτούς όρους υπηρετεί και τον άνθρωπο.
«Ο πρώτος και κυριότερος παράγοντας προόδου, είναι κατά την Εκκλησία, το χαρμόσυνο άγγελμα για τον Χριστό. Η δε Εκκλησία, όταν αναγγέλλει τον Χριστό, όταν δηλαδή επιτελεί το λειτούργημά της και δραστηριοποιείται εν αγάπη, τότε στοχεύει στην προώθηση της ολοκληρωμένης προόδου του ανθρώπου. Και η αυθεντική πρόοδος του ανθρώπου αφορά στην ενιαία ολότητα του ατόμου σε κάθε του διάσταση» (Στο ίδιο αρ. 11).
Η πρόοδος αυτή είναι κλήση. Δεν μπορεί γι΄αυτό να επιτευχθεί αποκλειστικά με τη δημιουργία κατάλληλων θεσμών. Απαιτείται μια ελεύθερη και αλληλέγγυα ανάληψη ευθύνης από μέρους όλων. Κλήση σημαίνει ότι «μέσα στο σχέδιο του Θεού, κάθε άνθρωπος έχει κληθεί για να αναπτυχθεί και να προοδεύσει». Είναι λοιπόν ένα υπερβατικό κάλεσμα του Θεού προς τον άνθρωπο και το έσχατο νόημά της δεν μπορεί να δοθεί από την ίδια.
Να γιατί νομιμοποιείται η Εκκλησία να παρεμβαίνει στα ζητήματα της προόδου και της ανάπτυξης. Οι παρεμβάσεις της σκοπό έχουν να εξηγήσουν στον άνθρωπο το νόημα της πορείας του μαζί με τα άλλα αδέλφια του μέσα στην ιστορία και να καθορίσουν τον σκοπό αυτής της πορείας. Αν η πρόοδος και η ανάπτυξη αφορούσαν μόνο σε τεχνικές πλευρές της ζωής του ανθρώπου, η Εκκλησία δεν θα είχε λόγο να παρεμβαίνει (βλ. Αγάπη εν αληθεία αρ. 16).
Το Ευαγγέλιο, όπως ήδη προαναφέραμε, είναι θεμελιώδες στοιχείο της προόδου. Ο Χριστός, «αποκαλύπτοντας το μυστήριο του Θεού Πατέρα και της αγάπης του, ταυτόχρονα αποκαλύπτει πλήρως τον άνθρωπο στον άνθρωπο». Έτσι η Εκκλησία φωτισμένη από τον Κύριό της, προσφέρει στον κόσμο «αυτό που ή ίδια κατέχει: τη σφαιρική θεώρηση του ανθρώπου και της ανθρωπότητας» (Βλ. Αγάπη εν αληθεία, αρ. 18).
Το κεντρικό μήνυμα της Εκκλησίας για την πρόοδο είναι το εξής: «αν η πρόοδος δεν αφορά σε όλο τον άνθρωπο και στον κάθε ένα άνθρωπο, η πρόοδος αυτή δεν είναι αληθινή» (Στο ίδιο αρ.18).
Το κέντρο της προόδου ως κλήση είναι η αγάπη. Γι΄αυτό και η πρώτη αιτία της υπανάπτυξης δεν είναι υλικού χαρακτήρα, αλλά η απουσία αγάπης. «Και αναλυτικότερα οι αιτίες της υπανάπτυξης εντοπίζονται στη θέληση, στη λογική και στην απουσία αδελφοσύνης μεταξύ των ανθρώπων και μεταξύ των λαών» (Στο ίδιο αρ. 19).
Η παγκοσμιοποίηση έφερε πιο κοντά τους ανθρώπους μεταξύ τους, δεν τους έκανε όμως αδέλφια, ούτε μπορεί από μόνη της να εδραιώσει την αδελφοσύνη μεταξύ τους. «Η αδελφοσύνη έχει τη ρίζα της στην υπερβατική κλήση του Θεού Πατέρα, που μας αγάπησε πρώτος, διδάσκοντάς μας, μέσω του Υιού του, τι είναι η αδελφική αγάπη» (Στο ίδιο αρ.19).
«Ο Πάπας Παύλος 6ος, παρουσιάζοντας τα διάφορα επίπεδα της διαδικασίας της προόδου του ανθρώπου, έθετε στη κορυφή, μετά την αναφορά στην πίστη, «την ενότητα στην αγάπη του Χριστού, που μας καλεί όλους να συμμετέχουμε ως παιδιά του Υψίστου στη Ζωή του ζωντανού Θεού Πατέρα όλων των ανθρώπων» (Στο ίδιο αρ. 19).
Αυτά είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της ανθρώπινης προόδου σύμφωνα με την κοινωνική διδασκαλία της Εκκλησίας όπως αυτή διατυπώθηκε από τον Πάπα Παύλο 6ο στην Εγκύκλιό του Populorum progressio (η πρόοδος των λαών) και από τον νυν Πάπα Βενέδικτο 16ο στην τελευταία του Εγκύκλιο Caritas in veritate (η Αγάπη εν αληθεία).
Περισσότερη ανάλυση των χαρακτηριστικών αυτών μπορείτε να βρείτε διαβάζοντας προσεκτικά τις δυο αυτές Εγκυκλίους καθώς επίσης και τα σχετικά με το θέμα κείμενα της Β! Συνόδου του Βατικανού.

Πέτρος Ανδριώτης

Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010

Το θεμέλιο της κοινωνικής διδασκαλίας της Εκκλησίας

Τον Ιούλιο του 2009, ο Πάπας Βενέδικτος 16ος απεύθυνε βαρυσήμαντη Εγκύκλιο Επιστολή σε όλα τα μέλη της Εκκλησίας και σε κάθε άνθρωπο καλής θέλησης, υπό τον τίτλο «Caritas in veritate», στην οποία παρουσιάζει με τρόπο βαθυστόχαστο, αλλά σαφή και λεπτομερή, τις προτάσεις της Εκκλησίας για την επίλυση των σημερινών κοινωνικών προβλημάτων. Αυτός που θέλει να εμβαθύνει στο θέμα αυτό για να γνωρίσει σε βάθος την κοινωνική διδασκαλία της Εκκλησίας θα πρέπει να διαβάσει με προσοχή την Εγκύκλιο αυτή. Θα διαπιστώσει ο ίδιος τη μεγάλη συμβολή της Εκκλησίας στην επίλυση των ζωτικών κοινωνικών προβλημάτων των ανθρώπων.
Στο πλαίσιο αυτού του Blog είναι αδύνατη ακόμη και η περίληψη της παραπάνω Επιστολής. Όμως σχεδιάζω να επανέλθω σ’ αυτήν προκειμένου να αναδείξω κάποια από τα πιο σημαντικά, κατά τη γνώμη μου, στοιχεία.
Σήμερα θα περιοριστώ στην παρουσίαση του θεμέλιου της κοινωνικής διδασκαλίας της Εκκλησίας και θα παραχωρήσω το λόγο στον ίδιο τον Πάπα παραθέτοντας ορισμένα αποσπάσματα από την Caritas in veritate, στα οποία διαπιστώνουμε πράγματι πού θεμελιώνεται όλο το οικοδόμημα της κοινωνικής διδασκαλίας της Εκκλησίας. Ιδού τα λόγια του Πάπα:
« Η κύρια οδός της κοινωνικής διδασκαλίας της Εκκλησίας είναι η αγάπη, η οποία πρέπει να διέπει όχι μόνο τις φιλικές σχέσεις αλλά και τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές.
Και ο βαθύτερος λόγος της χριστιανικής αυτής αλήθειας είναι ο ορισμός του Θεού: Deus caritas est (Ο Θεός είναι Αγάπη) (Α! Ιω. 4,8): από την αγάπη προέρχονται τα πάντα, από αυτήν παίρνουν μορφή τα πάντα, προς αυτήν τα πάντα τείνουν.
Όμως η αγάπη πρέπει οπωσδήποτε να είναι συνδεδεμένη με την αλήθεια. Μόνο μέσω της αλήθειας η αγάπη λάμπει και μπορεί να βιωθεί αυθεντικά. Η αλήθεια είναι φως και δίνει νόημα και αξία στην αγάπη. Το φως αυτό είναι ταυτόχρονα φως της λογικής και της πίστης, μέσα από τα οποία ο νους φθάνει στη φυσική και υπερφυσική αλήθεια της αγάπης: καταλαβαίνει τη σημασία της ως δωρεάς, αποδοχής και κοινωνίας. Χωρίς την αλήθεια, η αγάπη εμπίπτει στον συναισθηματισμό.
«Η αγάπη εν αληθεία» αντανακλά την προσωπική και ταυτόχρονα δημόσια διάσταση της πίστης στον Θεό της Αγίας Γραφής, που είναι Αγάπη και Λόγος, Αγάπη και Αλήθεια, Έρως και Λόγος.
Χωρίς την αλήθεια, η αγάπη περιορίζεται σε στενό και ιδιωτικό περιβάλλον σχέσεων. Είναι αποκλεισμένη από τους σχεδιασμούς και τις διαδικασίες οικοδόμησης μιας ανθρώπινης προόδου με οικουμενική εμβέλεια, στον διάλογο της γνώσης με την αποτελεσματική δραστηριότητα.
Η αγάπη λαβαίνεται και προσφέρεται. Είναι «χάρη». Η προέλευσή της είναι η πηγαία αγάπη του Πατέρα για τον Υιό «εν Πνεύματι Αγίω». Είναι αγάπη η οποία από τον Υιό έρχεται σε μας. Είναι αγάπη δημιουργική, μέσω της οποίας εμείς υπάρχουμε. Είναι αγάπη λυτρωτική, μέσω της οποίας εμείς αναδημιουργηθήκαμε. Αγάπη που αποκαλύφτηκε από τον Χριστό, πραγματοποιήθηκε στον Χριστό (βλ. Ιω. 13,1), και «πλημμύρισε τις καρδιές μας με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος» (Ρωμ. 5,5). Αποδέκτες της αγάπης του Θεού, ο άνθρωποι έγιναν φορείς αγάπης και καλούνται να καταστούν οι ίδιοι όργανα της χάρης, για να σκορπίσουν την αγάπη του Θεού και να δημιουργήσουν δίκτυα αγάπης.
Σε αυτήν τη δυναμική αγάπης, που λαμβάνεται και χαρίζεται, απαντά η κοινωνική διδασκαλία της Εκκλησίας. Αυτή είναι αγάπη εν αληθεία στην κοινωνική φανέρωση της ζωής των ανθρώπων: αναγγελία της αλήθειας της αγάπης του Χριστού για την κοινωνία των ανθρώπων.
Η αλήθεια αυτή προστατεύει και εκφράζει την απελευθερωτική δύναμη της αγάπης, μέσα στις περιπέτειες της ιστορίας. Και είναι αλήθεια πίστης και λογικής: πεδία διακριτά, αλλά με συνέργεια μεταξύ τους. Αυτήν την αλήθεια έχουν ανάγκη η πρόοδος, η κοινωνική ευημερία και η κατάλληλη λύση των σοβαρών κοινωνικο-οικονομικών προβλημάτων που πλήττουν σήμερα την ανθρωπότητα Και ακόμη περισσότερο, είναι ανάγκη οι άνθρωποι να αγαπούν και να δίνουν μαρτυρία γι΄αυτήν την αλήθεια.
Χωρίς αλήθεια, χωρίς εμπιστοσύνη και αγάπη για το αληθινό, δεν υπάρχει κοινωνική συνείδηση και υπευθυνότητα, ενώ η κοινωνική δραστηριότητα γίνεται λεία ιδιωτικών συμφερόντων και της λογικής του ισχυρού με διαλυτικά για την κοινωνία αποτελέσματα, που εκδηλώνονται εντονότερα σε μια κοινωνία οδεύουσα προς την παγκοσμιοποίηση, σε στιγμές δύσκολες όπως είναι οι σημερινές.
Τελικά η κοινωνική διδασκαλία της Εκκλησίας περιστρέφεται γύρω από την «αγάπη εν αληθεία». Αυτή διαμορφώνει καθοδηγητικά και προσανατολιστικά τα κριτήρια των ηθικών ενεργειών όπως π.χ. τη δικαιοσύνη και το κοινό αγαθό. Η αγάπη προϋποθέτει και υπερβαίνει τη δικαιοσύνη, το δε κοινό αγαθό είναι απαίτηση δικαιοσύνης και αγάπης. Δραστηριοποιούμαι για το κοινό αγαθό σημαίνει από τη μια, φροντίζω γι΄αυτό, από την άλλη, αξιοποιώ το σύνολο των θεσμών ου διαρθρώνουν νομικά, πολιτισμικά, πολιτικά, πολιτιστικά την κοινωνική ζωή, η οποία με αυτόν τον τρόπο διαμορφώνεται σε πολιτεία.
Όταν η αγάπη εμψυχώνει τη φροντίδα για το κοινό αγαθό, αποκτά δύναμη ανώτερη εκείνης της καθαρά κοσμικής και πολιτικής φροντίδας. Όπως κάθε δράση υπέρ της δικαιοσύνης, η φροντίδα αυτή, εγγράφεται στη μαρτυρία εκείνη της θείας αγάπης, η οποία, ενεργώντας στο χρόνο, προετοιμάζει το αιώνιο.
Σε μια κοινωνία που βαδίζει προς την παγκοσμιοποίηση, το κοινό αγαθό και η όποια δραστηριοποίηση γι΄αυτό, δεν μπορούν να μην προσλάβουν τις διαστάσεις ολόκληρης της ανθρώπινης οικογένειας, δηλαδή της κοινότητας των λαών και των Εθνών, ώστε να χαρίσουν την ενότητα και την ειρήνη στην πολιτεία του ανθρώπου, και να την καταστήσουν, κατά κάποιο τρόπο, προεικόνιση της πολιτείας του Θεού.
Αποστολή της Εκκλησίας δεν είναι να προσφέρει τεχνικές λύσεις και «ουδόλως διεκδικεί να υπεισέλθει στην πολιτική των Κρατών». Ωστόσο, διέπεται από την αποστολή της αλήθειας που πρέπει να εκπληρώνει σε κάθε εποχή και σε κάθε περίσταση, ενόψει μιας κοινωνίας αντάξιας του ανθρώπου, της αξιοπρέπειάς του και της κλήσης του».

Μετά από μια προσεκτική μελέτη των παραπάνω παραγράφων της Εγκυκλίου του Πάπα Βενέδικτου 16ου, ο πιστός χριστιανός και κάθε άνθρωπος καλής θέλησης δεν μπορεί να μην βγάλει το συμπέρασμα ότι πράγματι οι αρχές αυτές της χριστιανικής πίστης αποτελούν τη μόνη γερή αφετηρία και βάση για μια δίκαιη, ειρηνική και αισιόδοξη κοινωνική ζωή των ανθρώπων. Ο Πάπας, εκπροσωπώντας το Χριστό και τη διδασκαλία του, ακόμα και στις λίγες αυτές παραγράφους της Επιστολής του, μας δίνει φως, ελπίδα και προοπτική στο σκοτεινό παρόν μέσα στο οποίο είμαστε βυθισμένοι.
Η Εκκλησία όχι μόνο έχει λόγο ύπαρξης, αλλά είναι ο μόνος «φορέας» που διαθέτει τα μέσα για να ανταποκριθεί και να ικανοποιήσει τις βαθύτερες ανάγκες, επιθυμίες και επιδιώξεις του ανθρώπου.
Πέτρος Ανδριώτης

Τρίτη 3 Αυγούστου 2010

Η αγαμία των Καθολικών ιερέων

Είναι ένα θέμα πολυσυζητημένο ιδιαίτερα στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας. Επανέρχεται κάθε τόσο από διάφο-ρους κύκλους κληρικών και λαϊκών.
Από μιας εξαρχής οφείλουμε να διευκρινίσουμε ότι πρό-κειται για μια μακραίωνη πρακτική της Δυτικής Εκκλησίας του Λατινικού τυπικού και δεν έχει σχέση με τα δόγματα της πίστης μας που δεν μπορούν να τροποποιηθούν.
Η Καθολική Εκκλησία συχνά δέχεται επικρίσεις για την πρακτική αυτή η οποία γίνεται εντονότερη όταν διαπιστώνονται όχι μόνο αδυναμίες από τους ιερείς να τηρήσουν τον όρκο της αγαμίας, αλλά σεξουαλικά σκάνδαλα που θα χαρακτήριζα ε-γκληματικά, όπως οι παιδεραστίες με τις οποίες πρόσφατα και επί μακρόν μας βομβάρδισαν τα ΜΜΕ.
Θα ήθελα να εκθέσω εν συντομία την προσωπική μου θέ-ση στο ζήτημα της αγαμίας των ιερέων.
Η ιεροσύνη είναι μια σοβαρή και ώριμη απόφαση ζωής που έχει να κάνει με την βαθιά εδραιωμένη πίστη του ιερέα στη σωτηρία που χάρισε ο Ιησούς Χριστός στους ανθρώπους και η οποία πρέπει να μεταδοθεί κυρίως από αυτούς που έχουν αντα-ποκριθεί στην κλήση να διαδραματίσουν το ρόλο του Χριστού μέσα στην ιστορία. Αυτοί είναι πρωτίστως οι Επίσκοποι και στη συνέχεια οι ιερείς που αποτελούν την προέκτασή τους.
Μια τέτοια αποστολή, καθαρά θρησκευτική και θα έλεγα υπερφυσική, θα πρέπει να δημιουργεί στον άνθρωπο ιερέα συ-ναισθήματα δέους, βαρύτατης ευθύνης και αναξιότητας, αλλά ταυτόχρονα ζήλο, εμπιστοσύνη στον Θεό και πλήρη αφοσίωση τόσο για την άψογη και συνεπή μαρτυρία ζωής, όσο και για μια όσο γίνεται αποτελεσματικότερη δράση προς επίτευξη των στό-χων της αποστολής αυτής.
Με άλλα λόγια, το κύριο και αποκλειστικό μέλημα και η ολοκληρωτική αφοσίωση του ιερέα, είναι η εκπλήρωση της υ-ποχρέωσης που ανέλαβε προς το Θεό και τους ανθρώπους να επιτελέσει ένα έργο που ιδιαίτερα στην σημερινή εκκοσμικευ-μένη κοινωνία έχει καταστεί ακόμη δυσκολότερο.
Όμως ταυτόχρονα δυσκολότερη έχει γίνει και η δημιουρ-γία μιας οικογένειας. Οι υποχρεώσεις, ο αγώνας και η απορρό-φηση που απαιτεί παρόμοιο εγχείρημα είναι βίωμα καθημερινό των περισσότερων οικογενειαρχών σήμερα.
Εξάλλου, ο γάμος δεν επιλύει, ως δια μαγείας, το σεξουα-λικό πρόβλημα των ανθρώπων. Χωρίς αρχές, βαθιά χριστιανική πίστη και αυτοκυριαρχία, δεν μπορεί να υπάρξει ευτυχισμένος γάμος. Για να απολαύσει κανείς τις χαρές του γάμου και της οι-κογένειας χρειάζεται δια βίου καλλιέργεια της συζυγικής σχέ-σης, πιστότητα, υπομονή, φροντίδα των παιδιών και επαγγελμα-τικός αγώνας για την οικονομική επιβίωση όλης της οικογένει-ας.
Το διπλό φορτίο της ιερατικής αποστολής και της οικογέ-νειας, είναι κατά τη γνώμη μου βαρύτατο, ασήκωτο, σχεδόν α-πάνθρωπο στη πλάτη του παντρεμένου ιερέα. Επιπλέον μία από τις δυο αποστολές θα υποστεί τις αρνητικές επιπτώσεις από την προσπάθεια να εκπληρωθεί πιστά η άλλη.
Χωρίς να υποτιμώ τα προβλήματα που προκύπτουν από μια μη φυσιολογική σεξουαλική ζωή του άγαμου ιερέα, πιστεύω ακράδαντα, πως η Εκκλησία δεν έχει ανάγκη από πολλούς ιε-ρείς. Έχει ανάγκη από λιγότερους, αλλά εξαίρετους, υποδειγμα-τικούς και άγιους ιερείς που δέχονται να προσφέρουν γενναιό-δωρα τη ζωή τους στην αποκλειστική υπηρεσία του Κυρίου. Εί-ναι τόσο πολλές οι πνευματικές αλλά και οι ανθρώπινες ανάγκες σήμερα, που ο ολότελα δοσμένος στο Χριστό ιερέας, δεν θα έ-χει το χρόνο για άλλες έγνοιες.
Τα δε σεξουαλικά σκάνδαλα θα υπάρχουν πάντοτε, γιατί οι ιερείς είναι άνθρωποι όπως οι άλλοι. Όμως τα σκάνδαλα αυτά θα περιοριστούν σημαντικά, τόσο γιατί το πνευματικό επίπεδο των ιερέων θα είναι υψηλότερο, όσο και γιατί η ακτινοβολία της αγιότητας των πολλών θα καλύπτει τις ελάχιστες κακές εξαιρέ-σεις.
Είμαι λοιπόν υπέρ της διατήρησης της αγαμίας των ιερέων στην Καθολική Εκκλησία γιατί πιστεύω ότι με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, το μήνυμα του Χριστού και της Εκκλησίας θα έχει αποτελεσματικότερη απήχηση ιδιαίτερα στους ανθρώ-πους της εποχής μας.
Πέτρος Ανδριώτης

Κυριακή 1 Αυγούστου 2010

Η Τρίτη φάση της ιστορίας της σωτηρίας των ανθρώπων

Το θεϊκό σχέδιο σωτηρίας, καθώς είναι γνωστό, εκτυλίσσεται σε τρεις φάσεις:
Α) Στη Δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου από τον Θεό Πατέρα.
Β) Στη Νέα Δημιουργία (σωτηρία) από τον Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού.
Γ) Στη διάδοση και την εξάπλωση της Νέας Δημιουργίας από το
Άγιο Πνεύμα με τη συνεργασία των ανθρώπων.

Η Τρίτη αυτή φάση, αν και είναι η περίοδος που διανύουμε, η φάση δηλαδή που ταυτίζεται με τη ζωή και τη δράση της Εκκλησίας, δεν επικεντρώνει όσο θα έπρεπε την προσοχή όλων μας, ούτε αποτελεί στην πράξη το ζωτικό περιεχόμενο της χριστιανικής μας πίστης. Η προσοχή μας είναι συνήθως εστραμμένη στη Β! φάση της ιστορίας της σωτηρίας δηλαδή στην Κεφαλή και τον Πρωτότοκο της Νέας Δημιουργίας που είναι ο Χριστός. Εξάλλου η τάση μας να αναφερόμαστε περισσότερο στο Χριστό αιτιολογείται από το γεγονός ότι το Άγιο Πνεύμα, είναι το Πνεύμα του Θεού Πατέρα και του Ιησού Χριστού.
Παρόλα αυτά, ο Χριστός, προτού αναχωρήσει από αυτό τον κόσμο για να επιστρέψει στον Πατέρα του, ήταν πολύ σαφής. Τα κείμενα της Καινής Διαθήκης που καταδεικνύουν το ρόλο και το έργο του Αγίου Πνεύματος είναι πολλά. Ενδεικτικά παραθέτω ορισμένα από αυτά:
Ο Ιησούς απευθυνόμενος στους μαθητές του λέει: «Κι εγώ θα παρακαλέσω τον Πατέρα να σας δώσει άλλον Παράκλητο, το Πνεύμα της Αλήθειας, ώστε να είναι για πάντα μαζί σας» (Ιω.14,16). Και συνεχίζει: «Σας συμφέρει να φύγω εγώ. Γιατί, αν εγώ δεν φύγω, δε θα έρθει σ΄εσάς ο Παράκλητος, ενώ αν πάω εκεί, θα τον στείλω σ΄εσάς» (Ιω. 16,7-8). «Το Πνεύμα το Άγιο, ο Παράκλητος, που θα στείλει ο Πατέρας στο όνομά μου, εκείνος θα σας διδάξει τα πάντα» (Ιω. 14,26). «Όταν έρθει ο παράκλητος, που θα σας τον στείλω εγώ από τον Πατέρα, το Πνεύμα της Αλήθειας, που εκπορεύεται από τον Πατέρα, αυτός θα ερμηνεύσει την αποστολή μου» (Ιω. 15,26).
Με απλά λόγια, θα λέγαμε ότι ο Ιησούς Χριστός, αφού εκπλήρωσε πλήρως και στην εντέλεια τη μυστηριώδη αλλά σωτήρια αποστολή του, έδωσε τη θέση του στο Άγιο Πνεύμα για να προχωρήσει στη διάδοση του Έργου του στις καρδιές των ανθρώπων.
Αλλά είναι επίσης αλήθεια πως ο Χριστός κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής του αναφέρθηκε επανειλημμένα στο Άγιο Πνεύμα, είτε με καλυμμένο τρόπο, όπως στη Σαμαρείτιδα (Ιω. 4,14), στο Νικόδημο (Ιω. 3,5-8) και κατά την εορτή της Σκηνοπηγίας όπου, στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο (7,37-39), διαβάζουμε τα εξής: «Ο Ιησούς στάθηκε μπροστά στο πλήθος και φώναξε: «Όποιος διψάει, να’ρθεί σ΄εμένα και να πιει. Μέσα από κείνον που πιστεύει σ΄εμένα, καθώς λέει η Γραφή, ποτάμια ζωντανό νερό θα τρέξουν». Αυτό το είπε ο Ιησούς εννοώντας το Πνεύμα που θα έπαιρναν όσοι πίστευαν σ΄αυτό. Γιατί, τότε ακόμα δεν είχαν το Άγιο Πνεύμα, αφού ο Ιησούς δεν είχε δοξαστεί με την ανάσταση».
Όμως ο Ιησούς μίλησε και καθαρά στους μαθητές του. Τους είπε: «Όταν σας σύρουν στα δικαστήρια, μην αγωνιάτε για το τι θα πείτε ή πως θα το πείτε. Ο Θεός θα σας φωτίσει εκείνη την ώρα τι να πείτε, γιατί δε θα είστε εσείς που θα μιλάτε, αλλά το Πνεύμα του Πατέρα σας που θα μιλάει μέσα σας» (Μτ. 10,19-20).
Τελικά, Ο Ιησούς μετά την ανάστασή του, εμφανίζεται στους συγκεντρωμένους μαθητές του και δείχνοντας τα χέρια και την πλευρά του, τους χαιρέτισε δυο φορές με τα λόγια: «ειρήνη σ΄εσάς» και πρόσθεσε: «Όπως ο πατέρας έστειλε εμένα, έτσι στέλνω κι εγώ εσάς». Κατόπιν φύσηξε στα πρόσωπά τους λέγοντας: «Λάβετε Πνεύμα Άγιο. Σε όποιους συγχωρήσετε τις αμαρτίες, θα τους είναι συγχωρημένες, σε όποιους τις κρατήσετε ασυγχώρητες, θα κρατηθούν έτσι» (Ιω. 20, 21-23).
Το Άγιο Πνεύμα, σε συνεργασία με τους μαθητές του Χριστού (και τους διαδόχους τους) αποκαθιστά τον τραυματισμένο από την αμαρτία άνθρωπο και ξαναδίνει στους βαπτισμένους τη θεϊκή ομοιότητα που είχαν χάσει. Να γιατί αμέσως μετά την δωρεά του Αγίου Πνεύματος ακολουθεί η δωρεά της άφεσης των αμαρτιών ( βλ. Κατήχηση αρ. 734).
Θεϊκή ομοιότητα σημαίνει να ξεκινήσουμε τον αγώνα για να ζούμε τη Ζωή του ίδιου του Θεού, της ίδιας της Αγίας Τριάδας. Η δε Ζωή αυτή συνίσταται στο να αγαπούμε όπως ο Θεός αγαπά και όπως μας αγάπησε. Και λέω «να ξεκινήσουμε τον αγώνα» γιατί το Άγιο Πνεύμα είναι μόνο ο «αρραβώνας», η «απαρχή» για τη δική μας θεϊκή Ζωή. Ωστόσο το Πνεύμα έρχεται επίσης βοηθός στις αδυναμίες μας, μεσιτεύει στο Θεό για μας (βλ. Ρωμ. 8,23 και 26).
Η «θεϊκή» αυτή αγάπη, είναι η βασική αρχή της νέας ζωής, της νέας δημιουργίας μέσα στο Χριστό και έγινε κατορθωτή επειδή «λάβαμε τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος» (Πραξ. 1,8).
«Χάρη σ΄αυτή τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος τα παιδιά του Θεού μπορούν να καρποφορήσουν. Αυτός που μας εμβολίασε στην αληθινή Άμπελο, θα μας κάνει να φέρουμε «τον καρπό του Πνεύματος, που είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, καλοσύνη, αγαθότητα, πιστότητα, πραότητα, εγκράτεια» (Γαλ. 5,22-23). «Το Πνεύμα είναι η Ζωή μας». (Κατήχηση αρ. 736).
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε τα εξής: Βασικό περιεχόμενο της χριστιανικής μας πίστης είναι ότι το Άγιο Πνεύμα κατοικεί, «ενοικεί» (Ρωμ. 8,11) μέσα μας. Το ίδιο Πνεύμα, μας κάνει παιδιά του Θεού και μας δίνει το θάρρος να λέμε το Θεό : «Αββά, Πατέρα μου». Τα ίδιο ακόμη Πνεύμα μας συνοδεύει, μας καθοδηγεί, μας βοηθάει να ακολουθούμε το δρόμο του Χριστού συμμεριζόμενοι τα παθήματά του, αλλά και τη δόξα του.
Αν λοιπόν εμείς οι Χριστιανοί πιστεύουμε βαθιά στην παρουσία του Πνεύματος μέσα μας και με τη δύναμή του φέρουμε τους καρπούς που προαναφέραμε ακολουθώντας τον Χριστό, τότε γινόμαστε το προζύμι μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία για την πρόοδο και την καλυτέρευσή της σε όλα τα επίπεδα.
Και επανερχόμαστε ακόμη μια φορά στο ερώτημα: είναι ή δεν είναι αυτό μια ανεκτίμητη προσφορά της Εκκλησίας στην ανθρώπινη οικογένεια;

Πέτρος Ανδριώτης