Καταρχάς η Εκκλησία «είναι ανοικτή στην αλήθεια από οποιοδήποτε γνωστικό πεδίο και αν προέρχεται. Την αποδέχεται, συνθέτει σε ενότητα τα θραύσματα στα οποία συνήθως τη βρίσκει και την προσφέρει στην ολοένα μεταβαλλόμενη πραγματικότητα της κοινωνίας των ανθρώπων και των λαών» (Εγκ. Αγάπη εν αληθεία, αρ.9).
Είναι μια αλήθεια της πίστης ότι η Εκκλησία με τους όρους αγάπης και αλήθειας που υπηρετεί τον Θεό, με τους ίδιους αυτούς όρους υπηρετεί και τον άνθρωπο.
«Ο πρώτος και κυριότερος παράγοντας προόδου, είναι κατά την Εκκλησία, το χαρμόσυνο άγγελμα για τον Χριστό. Η δε Εκκλησία, όταν αναγγέλλει τον Χριστό, όταν δηλαδή επιτελεί το λειτούργημά της και δραστηριοποιείται εν αγάπη, τότε στοχεύει στην προώθηση της ολοκληρωμένης προόδου του ανθρώπου. Και η αυθεντική πρόοδος του ανθρώπου αφορά στην ενιαία ολότητα του ατόμου σε κάθε του διάσταση» (Στο ίδιο αρ. 11).
Η πρόοδος αυτή είναι κλήση. Δεν μπορεί γι΄αυτό να επιτευχθεί αποκλειστικά με τη δημιουργία κατάλληλων θεσμών. Απαιτείται μια ελεύθερη και αλληλέγγυα ανάληψη ευθύνης από μέρους όλων. Κλήση σημαίνει ότι «μέσα στο σχέδιο του Θεού, κάθε άνθρωπος έχει κληθεί για να αναπτυχθεί και να προοδεύσει». Είναι λοιπόν ένα υπερβατικό κάλεσμα του Θεού προς τον άνθρωπο και το έσχατο νόημά της δεν μπορεί να δοθεί από την ίδια.
Να γιατί νομιμοποιείται η Εκκλησία να παρεμβαίνει στα ζητήματα της προόδου και της ανάπτυξης. Οι παρεμβάσεις της σκοπό έχουν να εξηγήσουν στον άνθρωπο το νόημα της πορείας του μαζί με τα άλλα αδέλφια του μέσα στην ιστορία και να καθορίσουν τον σκοπό αυτής της πορείας. Αν η πρόοδος και η ανάπτυξη αφορούσαν μόνο σε τεχνικές πλευρές της ζωής του ανθρώπου, η Εκκλησία δεν θα είχε λόγο να παρεμβαίνει (βλ. Αγάπη εν αληθεία αρ. 16).
Το Ευαγγέλιο, όπως ήδη προαναφέραμε, είναι θεμελιώδες στοιχείο της προόδου. Ο Χριστός, «αποκαλύπτοντας το μυστήριο του Θεού Πατέρα και της αγάπης του, ταυτόχρονα αποκαλύπτει πλήρως τον άνθρωπο στον άνθρωπο». Έτσι η Εκκλησία φωτισμένη από τον Κύριό της, προσφέρει στον κόσμο «αυτό που ή ίδια κατέχει: τη σφαιρική θεώρηση του ανθρώπου και της ανθρωπότητας» (Βλ. Αγάπη εν αληθεία, αρ. 18).
Το κεντρικό μήνυμα της Εκκλησίας για την πρόοδο είναι το εξής: «αν η πρόοδος δεν αφορά σε όλο τον άνθρωπο και στον κάθε ένα άνθρωπο, η πρόοδος αυτή δεν είναι αληθινή» (Στο ίδιο αρ.18).
Το κέντρο της προόδου ως κλήση είναι η αγάπη. Γι΄αυτό και η πρώτη αιτία της υπανάπτυξης δεν είναι υλικού χαρακτήρα, αλλά η απουσία αγάπης. «Και αναλυτικότερα οι αιτίες της υπανάπτυξης εντοπίζονται στη θέληση, στη λογική και στην απουσία αδελφοσύνης μεταξύ των ανθρώπων και μεταξύ των λαών» (Στο ίδιο αρ. 19).
Η παγκοσμιοποίηση έφερε πιο κοντά τους ανθρώπους μεταξύ τους, δεν τους έκανε όμως αδέλφια, ούτε μπορεί από μόνη της να εδραιώσει την αδελφοσύνη μεταξύ τους. «Η αδελφοσύνη έχει τη ρίζα της στην υπερβατική κλήση του Θεού Πατέρα, που μας αγάπησε πρώτος, διδάσκοντάς μας, μέσω του Υιού του, τι είναι η αδελφική αγάπη» (Στο ίδιο αρ.19).
«Ο Πάπας Παύλος 6ος, παρουσιάζοντας τα διάφορα επίπεδα της διαδικασίας της προόδου του ανθρώπου, έθετε στη κορυφή, μετά την αναφορά στην πίστη, «την ενότητα στην αγάπη του Χριστού, που μας καλεί όλους να συμμετέχουμε ως παιδιά του Υψίστου στη Ζωή του ζωντανού Θεού Πατέρα όλων των ανθρώπων» (Στο ίδιο αρ. 19).
Αυτά είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της ανθρώπινης προόδου σύμφωνα με την κοινωνική διδασκαλία της Εκκλησίας όπως αυτή διατυπώθηκε από τον Πάπα Παύλο 6ο στην Εγκύκλιό του Populorum progressio (η πρόοδος των λαών) και από τον νυν Πάπα Βενέδικτο 16ο στην τελευταία του Εγκύκλιο Caritas in veritate (η Αγάπη εν αληθεία).
Περισσότερη ανάλυση των χαρακτηριστικών αυτών μπορείτε να βρείτε διαβάζοντας προσεκτικά τις δυο αυτές Εγκυκλίους καθώς επίσης και τα σχετικά με το θέμα κείμενα της Β! Συνόδου του Βατικανού.
Πέτρος Ανδριώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου